Σάββατο 11 Αυγούστου 2018

Το Ευαγγέλιο και ο Απόστολος της Κυριακής 12 Αυγούστου 2018 : η παραβολή των μυρίων ταλάντων

Ἀπόστολος Κυριακῆς 12 Αὐγούστου 2018, ΙΑ΄ ἐπιστολῶν (Α΄ Κορ. θ΄ 2-12)
   Ἀδελφοί, ἡ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ. ἡ ἐμὴ ἀπολο­γία τοῖς ἐμὲ ἀνακρίνουσιν αὕτη ἐστί. Μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν φαγεῖν καὶ πι­εῖν; μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν ἀδελφὴν γυναῖκα περιάγειν, ὡς καὶ οἱ λοιποὶ ἀπόστολοι καὶ οἱ ἀδελφοὶ τοῦ Κυρίου καὶ Κηφᾶς; ἢ μόνος ἐγὼ καὶ Βαρνάβας οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν τοῦ μὴ ἐργάζεσθαι; τίς στρατεύεται ἰδίοις ὀψωνίοις πο­τέ; τὶς φυτεύει ἀμπελῶνα καὶ ἐκ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ οὐκ ἐσθίει; ἢ τίς ποιμαίνει ποίμνην καὶ ἐκ τοῦ γάλακτος τῆς ποίμνης οὐκ ἐσθίει; Μὴ κατὰ ἄνθρωπον ταῦτα λαλῶ; ἢ οὐχὶ καὶ ὁ νόμος ταῦτα λέγει; ἐν γὰρ τῷ Μωσέως νόμῳ γέγραπται· οὐ φιμώσεις βοῦν ἀλοῶντα. μὴ τῶν βοῶν μέλει τῷ Θεῷ; ἢ δι’ ἡμᾶς πάν­τως λέγει; δι’ ἡμᾶς γὰρ ἐγράφη, ὅτι ἐπ’ ἐλπίδι ὀφείλει ὁ ἀροτριῶν ἀροτριᾶν, καὶ ὁ ἀλοῶν τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ μετέχειν ἐπ’ ἐλπίδι. Εἰ ἡμεῖς ὑμῖν τὰ πνευματι­κὰ ἐσπείραμεν, μέγα εἰ ἡμεῖς ὑμῶν τὰ σαρκικὰ θερίσομεν; εἰ ἄλλοι τῆς ἐξουσί­ας ὑμῶν μετέχουσιν, οὐ μᾶλλον ἡμεῖς; ἀλλ’ οὐκ ἐχρησάμεθα τῇ ἐξουσίᾳ ταύ­τῃ, ἀλλὰ πάντα στέγομεν, ἵνα μὴ ἐγκοπήν τινα δῶμεν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χρι­στοῦ.
 
   1. Ἀχαριστία καὶ ἀπόρριψη

Στὸ ἀποστολικὸ αὐτὸ ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπολογεῖται σὲ κάποιους Κορινθίους ποὺ ἀμφισβητοῦ­σαν τὸ ἀποστολικό του ἀξίωμα. Λέει λοι­πόν: Ἡ σφραγίδα μὲ τὴν ὁποία πιστο­ποι­εῖται τὸ ἀποστολικό μου ἀξίωμα, μὲ τὴ χάρη τοῦ Κυρίου εἶστε ἐσεῖς τοὺς ὁποίους ὁδήγησα στὸν Χριστό. Ἀφοῦ λοιπὸν εἶμαι κι ἐγὼ Ἀπόστολος σὰν τοὺς ἄλ­λους Ἀποστόλους, ρωτῶ: Δὲν ἔχω κι ἐγὼ καὶ οἱ συνεργάτες μου τὸ δικαίω­μα νὰ τρεφόμαστε ἀπ’ αὐτὰ ποὺ μᾶς προσ­φέρουν οἱ μαθητές μας; Δὲν ἔχου­με κι ἐμεῖς τὸ δικαίωμα νὰ ἔχουμε μα­ζί μας στὶς περιοδεῖες μας κάποια ἀ­­­­δελ­φὴ γιὰ νὰ μᾶς διακονεῖ, ὅπως κάνουν καὶ οἱ ὑπόλοιποι Ἀπόστολοι; Ἢ μήπως μόνο ἐγὼ κι ὁ Βαρνάβας πρέ­πει νὰ ἐργαζόμαστε βιοποριστικά,­ γιὰ νὰ καλύπτουμε τὰ ἔξοδά μας; Εἴμαστε στρατιῶτες τοῦ Χρι­στοῦ, ποὺ ἀ­γωνιζό­μαστε γιὰ τὴν ἐξά­πλωση τῆς ­Βα­­σι­λείας του. Ποιὸς παίρ­νει μέρος σὲ ἐκ­­στρα­τεῖες μὲ δικά του ἔξοδα; Εἴμαστε­ ἀμπε­λουργοὶ ποὺ καλ­­λιεργοῦμε τὸ πνευ­­μα­τικὸ ἀμπέλι τοῦ Χριστοῦ. Ποιὸς φυτεύει ἀμπέλι καὶ δὲν τρώει ἀπὸ τὸν καρπό του; Εἴμαστε οἱ ποιμένες σας, κι ἐσεῖς εἶστε τὰ λογικὰ πρό­βατά μας. Ποιὸς φροντίζει ἕνα κοπάδι, καὶ δὲν πίνει ἀπὸ τὸ γάλα τοῦ ποιμνίου αὐ­τοῦ;
Γιατί ὅμως τὰ γράφει ὅλα αὐτὰ ὁ ἀπόστολος­­ Παῦλος; Διότι­ κά­ποιοι Κορίνθιοι ἀντὶ νὰ ἐκτι­μοῦν τὴν αὐ­­ταπάρ­­­νηση­ καὶ τὴν ἀνι­διοτέ­λειά του, ἔψα­χναν ἀφορμὴ νὰ τὸν κατηγορήσουν. Κι ἰσχυ­ρίζον­ταν ὅτι αὐ­τὸς δὲν δεχόταν χρήματα καὶ ἄλλα­ ἀγα­­­θὰ ἀπὸ τοὺς πιστούς, ὅ­­­­πως ἔκα­ναν οἱ ἄλλοι Ἀπό­στο­λοι, διό­τι δὲν αἰσ­θανόταν ὁ ἴδιος ἴσος μὲ τοὺς Ἀ­­­­ποστό­λους. Γι’ αὐτὸ ὁ Παῦλος ἀνα­γ­κάζεται νὰ διακηρύξει τὴ γνησιότητα τοῦ ἀπο­στολικοῦ του ἀξιώματος. Ταυ­τό­χρονα­ ὅμως μέ­σα ἀπὸ τὴν ἀπολογία του αὐ­­­­­τὴ φανερώνει ἐμμέσως τὴν ἀχα­ρι­στία καὶ τὴν περιφρόνηση ποὺ ἀντι­με­τώπιζε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ μὲ τό­­ση αὐ­­ταπάρνηση ὑπηρέτησε. Αὐτὸς τοὺς ἔδωσε τὰ πάντα, κι αὐτοὶ τὸν ἀμφι­σ­βη­­τοῦσαν. Αὐτὸς ἐργάστηκε ἀνάμεσά τους τόσα χρόνια, χωρὶς νὰ τοὺς ζητήσει οὔτε ἕνα κομμά­τι ψωμί· κι ὅμως ­αὐ­τοὶ ἐκμεταλλεύτη­καν κι αὐτὸ ἀκό­­-μη τὸ γεγονὸς γιὰ νὰ τὸν συκοφαντήσουν.
Ἂς διδαχθοῦμε λοιπὸν ὅλοι μας ἀπὸ ὅλα αὐτά. Διότι ἐὰν ὁ ἀπόστολος Παῦ­λος ἀντιμετώπισε τόση ἀχαριστία καὶ περιφρόνηση, πόσο μᾶλλον ἐμεῖς εἶ­­ναι πιθανὸν νὰ ἀντιμετωπίσουμε τέτοιου εἴδους πειρασμούς; Νὰ μᾶς δεί­­ξουν δηλαδὴ ἀχαριστία, νὰ μᾶς ἀδι­κή­σουν καὶ νὰ μᾶς ἀπορρίψουν ἀκό­μη καὶ ἄν­θρω­ποι ποὺ τοὺς εὐεργε­τή­σαμε· κάποτε­ καὶ συγγενι­κά μας πρόσω­πα­ καὶ πο­­λὺ ἀ­­­­γα­­­πητά. Εἶναι βέ­­βαια πολὺ με­­­γάλος τέτοιος­ πει­ρα­σμὸς καὶ δύ­­σκο­λος­ ὁ ἀ­­­­­γώ­νας. Πρέ­πει ὅμως κι ἐ­­­­­μεῖς, ὅπως ὁ ἀπό­στο­­λος Παῦλος, νὰ μά­θου­με νὰ σηκώνου­με­­ τέ­­­­­­τοιους ­μεγάλους σταυ­ρούς, ὅ­­­­ταν τοὺς ἐ­­­πιτρέ­ψει ὁ Θε­ός, χω­ρὶς γογ­γυσμοὺς καὶ πικρίες ἀλ­­λὰ μὲ ὑπο­μονὴ καὶ τα­­πείνωση.
   
   2. Ἐκούσια πτωχεία
Στὴ συνέχεια ὁ ἀπόστολος Παῦλος τεκμηριώνει τὸ δικαίωμα τῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου νὰ τρέφονται ἀπὸ τὶς προσφορὲς τῶν πιστῶν, μὲ χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Λέει λοιπόν: Αὐτὰ ποὺ σᾶς λέω μήπως δὲν τὰ γράφει καὶ ὁ Νόμος; Εἶναι γραμμένο στὸ Μωσαϊκὸ Νόμο τὸ ἑξῆς: Δὲν θὰ κλείσεις μὲ φίμωτρο τὸ στόμα τοῦ βοδιοῦ ποὺ ἁλωνίζει. Καὶ ρωτᾶ: Μήπως γιὰ τὰ βόδια νοιάζεται ὁ Θεός; Γιὰ μᾶς τὰ λέει!
Διότι γιὰ μᾶς τοὺς πνευματικοὺς ἐρ­γάτες ἔχει γραφεῖ ὅτι ὁ γεωργὸς ὀφείλει νὰ καλλιεργεῖ τὴ γῆ μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ ἀπολαύσει καὶ τὴ σοδειά. Κι ἐκεῖνος ποὺ ἁλωνίζει, ­πρέπει νὰ ἀπολαύσει καὶ τὸν καρπὸ ποὺ μὲ ἐλπίδα περιμένει νὰ ἀποκτήσει.
Ἔτσι κι ἐμεῖς, συνεχίζει ὁ θεῖος Παῦ­λος, ὑπήρξαμε ἀνάμεσά σας πνευ­μα­τικοὶ καλλιεργητές. Ἐὰν λοιπὸν ἐμεῖς σπείραμε στὶς καρδιές σας τὸν πνευ­μα­τικὸ σπόρο τῆς ἀλήθειας καὶ σᾶς μεταδώσαμε πνευματικὰ χαρίσματα, σᾶς φαίνεται πολύ, ἂν θερίσουμε κάποια ὑλικὰ ἀγαθά σας; Κι ἂν ἄλλοι χρη­σιμοποιοῦν τὰ δικαιώματα ποὺ τοὺς δίνει ὁ Nόμος, δὲν δικαιούμαστε νὰ τὸ κάνουμε αὐτὸ πολὺ περισσότερο καὶ ἐμεῖς; Ἐμεῖς ὅμως δὲν κάναμε χρήση τῶν δικαιωμάτων μας αὐτῶν. Ἀλλὰ ὑ­­­ποφέρουμε κάθε εἴδους στερήσεις, γιὰ νὰ μὴ βάλουμε τὸ παραμικρὸ ἐμπόδιο στὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου.
Μᾶς προκαλεῖ ἰδιαίτερη ἐντύπωση ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐνῶ τεκμηρι­ώ­­νει τὸ δικαίωμα τῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐ­αγγελίου νὰ ζοῦν ἀπὸ τὶς προσφορὲς τῶν πιστῶν, στὴ συνέχεια τονίζει ὅτι ὁ ἴδιος δὲν ἔκανε ποτὲ χρήση τοῦ δικαι­ώματός του. Ἐνῶ εἶχε κάθε δικαίωμα νὰ δέχεται τὴν τροφή του ἀπὸ τοὺς πι­­στοὺς ποὺ θὰ τὸν φιλοξενοῦσαν, σύμφωνα μὲ τὴν ὁδηγία τοῦ Κυρίου, αὐτὸς γιὰ νὰ ὠφελήσει περισσότερο τοὺς πι­στοὺς δὲν ἐπιβάρυνε κανένα, ἀλλὰ ἐρ­­γαζόταν μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια. Προτί­μησε νὰ ζεῖ μέσα σὲ στερήσεις καὶ ἀ­ν­­έχεια, καὶ ὑπέφερε συχνὰ ἀπὸ πείνα καὶ δίψα καὶ γυμνότητα, προκειμένου νὰ μὴν ἐπιβαρύνει κανένα.
Μὲ τὴ στάση του αὐτὴ ὁ ἅγιος Ἀπό­στολος μᾶς ἔδωσε ἕνα πολὺ μεγάλο μάθημα: ὅτι οἱ ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου ἀλλὰ καὶ γενικότερα ὅλοι οἱ πιστοὶ θὰ πρέπει νὰ ζοῦμε μιὰ ζωὴ μετρημένη καὶ φτωχική, συνετὴ καὶ ἁπλή. Νὰ μὴν ἐπιδιώκουμε μὲ πλεονεξία τὰ ὑλικὰ ἀ­­­γαθά, ἀλλὰ νὰ ζοῦμε μὲ λιτότητα, ἀκό­­μη κι ὅταν μποροῦμε νὰ ζήσουμε μὲ ἀνέσεις καὶ πλούτη. Αὐτὸ εἶναι τὸ φρό­­νημα καὶ τὸ βίωμα ὅλων τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκ­­­κλησίας μας. Βίωμα ἀσκήσεως καὶ με­τρη­μένης ζωῆς. Ἂς τοὺς μιμηθοῦμε λοι­πὸν κι ἐμεῖς. Μιὰ ἁπλὴ καὶ μετρη­μένη­ ζωὴ ἔχει νὰ προσφέρει μεγάλη πνευ­ματι­κὴ οἰκοδομὴ καὶ ἀνυπολόγι­στα πνευ­ματικὰ ἀγαθὰ καὶ σὲ μᾶς καὶ στοὺς γύρω μας.

Εὐαγγέλιον Κυριακῆς 12 Αὐγούστου 2018+-, ΙΑ΄ Ματθαίου (Ματθ. ιη΄ 23-35)
   Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὃς ἠθέλησε συνᾶραι λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοῦ. ἀρξαμένου δὲ αὐτοῦ συναίρειν προσηνέχθη αὐτῷ εἷς ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων. μὴ ἔχοντος δὲ αὐτοῦ ἀποδοῦναι ἐκέλευσεν αὐτὸν ὁ κύριος αὐ­τοῦ πραθῆναι καὶ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ τὰ τέκνα καὶ πάντα ὅσα εἶχε, καὶ ἀποδοθῆναι. πεσὼν οὖν ὁ δοῦλος προσε­κύνει αὐτῷ λέγων· κύριε, μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοὶ καὶ πάντα σοι ἀποδώσω. σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἀπέλυσεν αὐτὸν καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτῷ. ἐξελθὼν δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εὗρεν ἕνα τῶν συνδούλων αὐτοῦ, ὃς ὤφειλεν αὐτῷ ἑκατὸν δηνάρια, καὶ κρατήσας αὐτὸν ἔπνιγε λέγων· ἀπόδος μοι εἴ τι ὀφείλεις. πεσὼν οὖν ὁ σύνδουλος αὐτοῦ εἰς τοὺς πόδας αὐτοῦ παρεκάλει αὐτὸν λέγων· μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοὶ καὶ ἀποδώσω σοι. ὁ δὲ οὐκ ἤθελεν, ἀλλὰ ἀπελθὼν ἔβαλεν αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἕως οὗ ἀποδῷ τὸ ὀφειλόμενον. ἰδόντες δὲ οἱ σύνδουλοι αὐτοῦ τὰ γενόμενα ἐλυπήθησαν σφόδρα, καὶ ἐλθόντες διεσάφησαν τῷ κυρίῳ ἑαυτῶν πάν­τα τὰ γενόμενα. τότε προσκαλεσάμενος αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ λέγει αὐτῷ· δοῦλε πονηρέ, πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με· οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγώ σε ἠλέησα; καὶ ὀργισθεὶς ὁ κύριος αὐτοῦ παρέδωκεν αὐτὸν τοῖς βασανισταῖς ἕως οὗ ἀποδῷ πᾶν τὸ ὀφειλόμενον αὐτῷ. Οὕτω καὶ ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν, ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ παραπτώματα αὐτῶν.
 

   «Οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγώ σε ἠλέησα;»

Ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ εὐ­αγγελικὸ ἀνάγνωσμα τὴν Πα­ραβολὴ τῶν ­μυρίων τα­λάν­των. Ἕνας δοῦλος, δηλαδὴ ὁ κάθε ἄνθρωπος, χρωστοῦσε στὸ βασιλιά του, δηλαδὴ στὸ Θεό, «μύρια τάλαντα», 10.000 τάλαντα, ἀμύθητο ποσό, ποὺ δηλώνει τὶς πολλές του ἁμαρτίες. Ὁ δοῦλος παρακάλεσε τὸν βασιλιὰ νὰ τοῦ χαρίσει τὸ χρέος· πράγματι ὁ βασιλιὰς τὸν σπλαχνίσθηκε καὶ τοῦ τὸ χάρισε. Ὅμως ὁ δοῦλος ἐκεῖνος δὲν ἔδειξε ἀνάλογη συμπάθεια σὲ σύνδουλό του ποὺ τοῦ χρωστοῦσε 100 δηνάρια, ποσὸ συγκριτικὰ ἀσήμαν­το, ἀλλὰ τὸν ἔβαλε στὴ φυλακή. Τότε ὁ βασιλιὰς ὀργίστηκε, ἄλλαξε τὴν ἀπόφασή του καὶ παρέδωσε τὸν ἄσπλαχνο δοῦλο στοὺς βασανιστὲς μέχρι νὰ ξεπληρώσει τὸ χρέος του. Τὸ δίδαγμα τῆς Παραβολῆς εἶναι ἡ ἀπεριόριστη συγχώρηση, δηλαδὴ τὸ νὰ συγχωροῦμε πάντοτε ὅποιον μᾶς ἔχει φταίξει, ὅσες φορὲς κι ἂν μᾶς ἔχει φταίξει. Γιὰ νὰ καταλάβουμε ὅμως καλύτερα τὴν Παραβολή, ἂς δοῦμε γιατί οἱ ἁμαρτίες τοῦ κάθε ἀνθρώπου παρομοιάζονται μὲ ὑπέρ­ογκο χρέος καὶ πόσο σημαντικὸ εἶ­ναι νὰ συγχωροῦμε τοὺς ἄλλους.
 
   1. Ὅλοι εἴμαστε πολὺ ἁμαρτωλοὶ
Πολλοὶ θεωροῦν ὅτι δὲν ἔχουν ἁμαρτίες. Ἡ Ἁγία Γραφὴ ὅμως ἄλλα μᾶς διδάσκει. Ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος τονίζει ὅτι «πολλὰ πταίομεν ἅπαντες» (Ἰακ. γ´ 2). Ὅλοι – συμπεριλαμβάνει καὶ τὸν ἑαυτό του ὁ Ἅγιος – ὅλοι ἀνεξαιρέτως φταῖμε σὲ πολλά. «Πάντες ἥμαρτον καὶ ὑστεροῦνται τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ», διδάσκει καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Ρωμ. γ´ 23). Ὅλοι ἀνεξ­αιρέτως ἁμάρτησαν καὶ στεροῦνται τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ· καὶ ἑπομένως ἔχουν ἀνάγκη ἐλέους.
Ἀλλὰ καὶ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ὁ Ἰὼβ διερωτᾶται: «Τίς καθαρὸς ἔσται ἀπὸ ρύ­­που;» Ποιὸς θὰ βρεθεῖ καθαρὸς ἀπὸ τὸν ρύπο τῆς ἁμαρτίας; Καὶ ἀπαντᾶ: Κανείς, ἀκόμη κι ἂν ζοῦσε μόνο μιὰ μέρα πάνω στὴ γῆ (Ἰὼβ ιδ´ 4-5).
Ἀκόμη στὴ Γένεση διαβάζουμε ὅτι ὁ Θεὸς μετὰ τὸν Κατακλυσμὸ ἀποφάσισε: Δὲν θὰ ἐπιφέρω ξανὰ τέτοια ὁλοκληρωτικὴ καταστροφὴ στὸ ἀνθρώπινο γένος, «ὅτι ἔγκειται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἐπιμελῶς ἐπὶ τὰ πονηρὰ ἐκ νεότητος αὐτοῦ»· διότι ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου ρέπει μὲ πολλὴ ἐπιμέλεια στὸ κακὸ ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία (Γεν. η´ 21)· καὶ ἑπομένως θὰ ἔπρεπε συχνὰ νὰ τιμωρεῖ τὴν ἀνθρωπότητα γιὰ τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν τους.
Ἐπίσης ὁ Μέγας Βασίλειος γράφει στὰ «Ἀσκητικά» του ὅτι «πολλὰ ἁμαρτάνον­τες, τὰ πλεῖστα οὔτε συνίεμεν»· κάνουμε πολλὲς ἁμαρτίες, καὶ τὶς περισσότερες οὔτε ποὺ καταλαβαίνουμε ὅτι τὶς διαπράττουμε (ΕΠΕ 9, 404). Ὅλοι λοιπὸν εἴμαστε πολὺ ἁμαρτωλοί· Ἐπιπλέον τὴν ἐνοχή μας αὐξάνει ἀσύλληπτα τὸ ὅτι δὲν ἁμαρτάνουμε σ᾿ ἕναν ἴσο μὲ ἐμᾶς ἀλλὰ στὸν ἄπειρο Θεό.
 
   2. Ἂν δὲν συγχωροῦμε, δὲν θὰ σωθοῦμε
Λοιπὸν τί θὰ κάνουμε; Πῶς θὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὸ τεράστιο αὐτὸ χρέος καὶ τὶς φοβερὲς συνέπειές του, δηλαδὴ ἀπὸ τὴν αἰώνια κόλαση; Ὑπάρχει λύση στὸ πρόβλημα, ἀνέλπιστη λύση. Τὴν ἀκούσαμε στὴν Παραβολὴ τῶν μυρίων ταλάντων. Μᾶς τὴν προτείνει ὁ εὐσπλαχνικότατος Κύριός μας: «Ἂν συγχωρεῖς μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά σου ὅσους σοῦ φταῖνε, ἐγὼ θὰ σοῦ συγχωρήσω ὅλα τὰ ἁμαρτήματα, ὅσο πολλὰ κι ἂν εἶναι αὐτά». Μὲ ἄλλα λόγια εἶναι σὰν νὰ μᾶς λέει ὁ Κύριος: «Μοῦ χρωστᾶς 100.000.000 εὐρώ. Θὰ σοῦ τὰ χαρίσω ὅλα· ὑπὸ μία ὅμως προϋπόθεση: νὰ χαρίσεις κι ἐσὺ τὰ χρέη τῶν ἄλλων πρὸς ἐσένα, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀσυγκρίτως μικρότερα, 10, 20, 100 εὐρώ!»
Τί συμφέρουσα πρόταση! Τί ἐπιείκεια, τί ἔλεος ἐφαρμόζει ὁ Κύριος ἀπέναντί μας! Ἂν συνέβαινε αὐτὸ μὲ οἰκονομικὸ χρέος, θὰ τὸ θεωρούσαμε καταπληκτι­κὴ εὐκαιρία. Καὶ ὅμως ὅσον ἀφορᾶ τὸ θέμα μας συνήθως δυσκολευόμαστε οἱ ἄνθρωποι νὰ συγχωρήσουμε, καὶ μάλιστα μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά μας, νὰ ξεχάσουμε τελείως τὸ κακὸ ποὺ μᾶς ἔκαναν!
Ἂν ὅμως εἶναι τόσο σημαντικὸ νὰ συγχωροῦμε, πῶς θὰ τὸ κατορθώσουμε; Νὰ θυμόμαστε πάντοτε τὴν Παραβολὴ τῶν μυρίων ταλάντων. Καὶ νὰ σκεφτόμαστε: Ὁ ἀναμάρτητος Χριστὸς μὲ συγχωρεῖ γιὰ τὶς ἀναρίθμητες ἁμαρτίες μου, καὶ ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλὸς δὲν συγχωρῶ τὸν συνάνθρωπό μου; Καὶ πῶς περιμένω νὰ βρῶ ἔλεος; Νὰ συγχωροῦμε, ἂν ὄχι ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν ἄλλον, τουλάχιστον ἀπὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴ δική μας σωτηρία – εἶναι κι αὐτὸ ἕνα πρῶτο βῆμα. Τέλος νὰ καλλιεργοῦμε τὴ μετάνοια. Ὅ­ποιος συναισθάνεται πόσο ἁμαρτω­λὸς εἶναι, εὔκολα συγχωρεῖ.
***
Ἡ ἀνεξικακία εἶναι πολὺ μεγάλη ἀ­ρετή. Μᾶς ἐξομοιώνει μὲ τὸν Θεό, ὁ Ὁ­ποῖος συνέχεια συγχωρεῖ ὅσους μετανοοῦν καὶ ἐλεεῖ ὅλους. Αὐτὴ μᾶς ἀνοίγει τὸν Παράδεισο. Εἶναι ἡ αἰτία ὅλων τῶν ἀγαθῶν, γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, καθὼς ὁδηγεῖ τὴν ψυχὴ σὲ γαλήνιο λιμάνι (ΕΠΕ 28, 170). Νὰ τὴν ἀγαπήσουμε καὶ νὰ παρακαλοῦμε τὸν Κύριο νὰ μᾶς τὴν χαρίζει, ὥστε νὰ μᾶς ἀξιώσει τῆς Βασιλείας Του, ὅπου ἐπικρατεῖ ἡ ἀπέραντη ἀγάπη καὶ μακαριότητα.

Πηγή: ο Σωτήρ

Ομιλία 2η περί της Θείας Λειτουργίας, 2 Αυγούστου 2018


Πέμπτη 9 Αυγούστου 2018

Ναυπάκτου Ἱερόθεος: Τά τέσσερα γνωρίσματα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι «Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική» διακηρύσσουν ὅτι ἡ ἀληθινή Ἐκκλησία εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία..

Ἡ Ἁγία Ἐκκλησία μας
Στό ἔνατο (9ο) ἄρθρο τοῦ «Συμβόλου τῆς Πίστεως», τό ὁποῖο ἔθεσε ἡ Β΄ (δεύτερη) Οἰκουμενική Σύνοδος, ὁμολογοῦμε: «Εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν», δηλαδή πιστεύω ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία, ἁγία, καθολική καί ἀποστολική. Πρόκειται γιά ἕνα ἐκκλησιολογικό ἄρθρο, πού ἀναφέρεται στήν Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ. Ἀφοῦ προηγουμένως ἔκανε λόγο γιά τόν Τριαδικό Θεό, τήν δημιουργία τοῦ κόσμου ἀπό τόν Θεό, τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ, στήν συνέχεια ἀναφέρεται στήν Ἐκκλησία.


Κατά τήν διδασκαλία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, πού εἶναι καρπός ἀποκαλύψεως, ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ὁ Χριστός εἶναι ἡ Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἐνανθρώπησή Του προσέλαβε τήν τέλεια ἀνθρώπινη φύση ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί τήν θέωσε ἀμέσως μέ τήν πρόσληψή της. Αὐτή ἡ ἀνθρώπινη φύση ἦταν ἄκρως καθαρή, ἀλλά παθητή καί θνητή, ἀφοῦ ὁ Χριστός μέ τήν ἐνανθρώπησή Του προσέλαβε ἑκουσίως τήν παθητότητα καί τήν θνητότητα, ὥστε νά νικήση ἐπάνω στήν σάρκα Του τόν διάβολο, τήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο. Ὁ Χριστός μετά τήν Ἀνάστασή Του ἀπέβαλε ὅλα τά ἀδιάβλητα πάθη καί ἔτσι ἡ ἀνθρώπινη φύση συμμετέχει στήν δόξα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Κατά τήν Πεντηκοστή καί οἱ Μαθητές καί ὅσοι ἐπίστευσαν στόν Χριστό ἔγιναν μέλη αὐτοῦ τοῦ ἐνδόξου Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι, τώρα ἡ Ἐκκλησία εἶναι Σῶμα Χριστοῦ: αὐτό πού προσέλαβε ὁ Χριστός καί τό θέωσε καί τό Σῶμα πού βρίσκεται κατά τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας στήν Ἁγία Τράπεζα. Ἔτσι, καί ἐμεῖς ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας κοινωνοῦμε τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ.
Χρειάσθηκε ἡ Β΄ (δεύτερη) Οἰκουμενική Σύνοδος νά προσθέση αὐτό τό ἄρθρο, γιατί στό χρονικό διάστημα μεταξύ τῆς Α΄ (πρώτης) καί τῆς Β΄ (δεύτερης) Οἰκουμενικῆς Συνόδου δημιουργήθηκαν διάφορα σχίσματα καί αἱρετικές παρατάξεις, πού δίδασκαν διαφορετικά γιά τόν Χριστό καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, δηλαδή ἦταν οἱ Ἀρειανοί, οἱ Ἡμιαρειανοί, οἱ Ἀνόμοιοι, οἱ Ὅμοιοι καί ἄλλοι. Στά 56 χρόνια μεταξύ τῆς Α΄ (πρώτης) καί τῆς Β΄ (δευτέρας) Οἰκουμενικῆς Συνόδου γίνονταν πολλές θεολογικές συζητήσεις, παρατηρήθηκαν ἀντιπαλότητες, σχηματίσθηκαν διάφορες χριστιανικές ὁμάδες μέ ἀρχηγούς Ἐπισκόπους, πού καθένας διεκδικοῦσε ὅτι εἶναι ἡ πραγματική Ἐκκλησία. Γι’ αὐτό οἱ Πατέρες τῆς Β΄ (δευτέρας) Οἰκουμενικῆς Συνόδου, μαζί μέ τόν καθορισμό τοῦ δόγματος γιά τήν θεότητα τοῦ Χριστοῦ καί τήν θεότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καθόρισαν καί τί εἶναι ἡ ἀληθινή Ἐκκλησία καί ποιά εἶναι τά ἰδιώματά της. Αὐτό εἶναι σημαντικό, γιατί δείχνει ὅτι ἡ ἀλλοίωση στό δόγμα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ ἔχει συνέπειες καί στήν ἐκκλησιολογία. Ὅποιος, δηλαδή, ἔχει ἐσφαλμένες θεολογικές ἀπόψεις, ὅποιος διατυπώνει αἱρέσεις δέν μπορεῖ νά ἀνήκη στήν Ἐκκλησία.
Ἄς δοῦμε τά γνωρίσματα πού ἐκφράζουν τήν ἀληθινή Ἐκκλησία, ὅπως τά ὁμολογοῦμε στό «Σύμβολο τῆς Πίστεως». Πρέπει πάντοτε νά ἔχουμε ὑπ’ ὄψη μας τήν διδασκαλία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἕνα ἀνθρώπινο σωματεῖο, ἀλλά τό Θεανθρώπινο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δέν εἶναι ἕνας ἀνθρώπινος ὀργανισμός, ἀλλά εἶναι ὁ Θεανθρώπινος Ὀργανισμός, τό Σῶμα τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ.
Τό πρῶτο γνώρισμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅτι εἶναι «Μία». Ἀφοῦ μία εἶναι ἡ κεφαλή, ἕνα εἶναι καί τό σῶμα. Ὅπως κάθε ἄνθρωπος ἔχει μία κεφαλή καί ἕνα σῶμα, διαφορετικά δέν θά ἦταν ἄνθρωπος, ἀλλά τέρας, ἔτσι καί ὁ Χριστός, πού εἶναι ἡ Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, ἔχει ἕνα Σῶμα, τό ὁποῖο τρέφει καί καθοδηγεῖ. Δέν ὑπάρχουν πολλά σώματα, δηλαδή πολλές «Ἐκκλησίες».
Αὐτό λέγεται μέ τήν ἔννοια ὅτι οἱ κατά τόπους Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, παρά τό ὅτι εἶναι πολλές, εἶναι μία Ἐκκλησία. Αὐτό ἐξηγεῖται μέ τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ στήν θεία Εὐχαριστία. Ὅλοι ὅσοι κοινωνοῦμε τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ λαμβάνουμε ὁλόκληρο τόν Χριστό καί ὄχι ἕνα μέρος Του, ἀφοῦ τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ «μερίζεται ἀμερίστως ἐν μεριστοῖς». Ἐφ’ ὅσον οἱ κατά τόπους Ἐκκλησίες ἔχουν τήν ἴδια πίστη καί ἔχουν κοινωνία μεταξύ τους ἀποτελοῦν τήν μία Ἐκκλησία.
Αὐτό, ὅμως, δέν συμβαίνει μέ ὅσους ἀπεκόπησαν ἀπό τήν Ἐκκλησία μέ τήν αἵρεση. Ὅταν κάποιοι Χριστιανοί ἐπιλέγουν διαφορετική διδασκαλία ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν ἀποφάσεων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, αὐτοί δέν ἀνήκουν στήν Μία Ἐκκλησία, ἀλλά σέ αἱρετικές παρασυναγωγές, ἀφοῦ ἀποκόπτονται ἀπό τήν Ἐκκλησία, τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Σέ αὐτές τίς περιπτώσεις δέν τεμαχίζεται τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά αὐτοί οἱ ἑτερόδοξοι Χριστιανοί ἀποκόπτονται καί ἀποβάλλονται ἀπό τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία. Αὐτό γίνεται καί μέ τόν ὀργανισμό τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ἀποβάλλει τίς βλαπτικές τροφές καί τά στοιχεῖα πού δέν τοῦ χρειάζονται.
Τό δεύτερο γνώρισμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅτι εἶναι Ἁγία. Εἶναι Ἁγία, γιατί ἁγιάσθηκε ἀπό τόν Χριστό, εἶναι τό εὐλογημένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ὄχι τό λεγόμενο μυστικό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός θέωσε τήν ἀνθρώπινη φύση πού προσέλαβε ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί ἔτσι τό Σῶμα Του εἶναι ἄμωμο, ἄσπιλο. Ὁ Χριστός, πού ἁγίασε τήν Ἐκκλησία, ἁγιάζει καί τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, τά μέλη τοῦ Σώματός Του.
Ἔτσι, ἡ Ἐκκλησία δέν ἁγιάζεται ἀπό τά μέλη της, ἀλλά αὐτή ἡ ἴδια ἁγιάζει ὅλα τά μέλη, μέ τά Μυστήρια. Ἀπό τήν κεφαλή, πού εἶναι ὁ Χριστός, ἁγιάζεται ἡ Ἐκκλησία καί ὅλα τά μέλη της. Ἑπομένως, κανένας ἀπό ἐμᾶς δέν εἴμαστε σωτῆρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ ὁ Σωτήρας τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Χριστός, ἡ Κεφαλή της. Ἐμεῖς παραμένουμε στήν Ἐκκλησία μέ ταπείνωση γιά νά ἁγιαζόμαστε καί ὄχι γιά νά τήν ἁγιάσουμε.
Τό τρίτο γνώρισμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅτι εἶναι «Καθολική». Ἡ λέξη καθολική, πού σημαίνει τό ὁλόκληρο, ἔχει πολλές σημασίες. Λέγεται καθολική, γιατί βρίσκεται σέ ὅλο τόν κόσμο, γιατί διαφυλάσσει ὁλόκληρη τήν ἀλήθεια καί γιατί ἔχει μιά κοινή ζωή πού μποροῦν νά τήν ζήσουν ὅλα τά μέλη της. Κυρίως, τό «Καθολική» ταυτίζεται μέ τό «Ὀρθόδοξη», πού σημαίνει ὅτι ἔχει ὅλη τήν ἀλήθεια, ὅπως τήν ἀποκάλυψε ὁ Χριστός στούς Προφῆτες, τούς Ἀποστόλους καί τούς Πατέρες καί ὅπως τήν ὁμολόγησε ἡ Ἐκκλησία στίς Οἰκουμενικές Συνόδους. Ἔξω ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει ἀληθινή Ἐκκλησία.
Τό τέταρτο γνώρισμα εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι «Ἀποστολική», γιατί οἱ Ἀπόστολοι εἶναι οἱ Μαθητές τοῦ Χριστοῦ, στούς ὁποίους παρέδωσε τήν ἀλήθεια. Οἱ τρεῖς ἀπό αὐτούς τούς Μαθητές εἶδαν τήν δόξα τῆς θεότητός Του ἐπάνω στό ὄρος Θαβώρ, ὅλοι ἐκτός ἀπό τόν Ἰούδα, εἶδαν τόν Ἀναστάντα Χριστό, ἔλαβαν τό Ἅγιον Πνεῦμα τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ἔγιναν μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί ὁμολόγησαν αὐτήν τήν ἀλήθεια μέ τήν διδασκαλία, προφορική καί γραπτή, καί μέ τά μαρτύρια πού ὑπέστησαν. Ἐπειδή οἱ Πατέρες εἶναι διάδοχοι τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, γι’ αὐτό ἡ λέξη Ἀποστολική ἐννοεῖται καί ὡς Πατερική.
Τά τέσσερα αὐτά γνωρίσματα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι «Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική» διακηρύσσουν ὅτι ἡ ἀληθινή Ἐκκλησία εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί πραγματικά μέλη της εἶναι ὅσοι παραμένουν σέ αὐτήν καί ἁγιάζονται ἀπό τά Μυστήριά της καί ἀποδέχονται ὅλη τήν διδασκαλία της.

Ὁ Μητροπολίτης
† Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ
Εκκλησιαστική Παρέμβαση

Πηγή: aktines.blogspot.com

Σάββατο 4 Αυγούστου 2018

Το Ευαγγέλιο και ο Απόστολος της Κυριακής 5 Αυγούστου 2018: η θεραπεία του σεληνιαζομένου

Ἀπόστολος Κυριακῆς 5 Αὐγούστου 2018, ι΄ ἐπιστολῶν (Α΄ Κορ. δ΄ 9-16)
Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν, ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ, καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις. ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι. ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα καὶ ἀστατοῦμεν καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσί· λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν· ὡς ­περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι. Οὐκ ἐντρέπων ὑμᾶς γράφω ταῦτα, ἀλλ᾿ ὡς τέκνα μου ἀγαπητὰ νουθετῶ. ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ᾿ οὐ πολλοὺς πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ ᾿Ιησοῦ διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα. παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε.

«Ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα»
Μιὰ διαφορετικὴ συγγένεια μᾶς παρουσιάζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ σημερινὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα. Μὲ πατρικὴ στοργὴ συμβουλεύει καὶ νουθετεῖ τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Κορίνθου κι ἔπειτα σημειώνει χαρακτηριστικά: «Ἐ­­­­ὰν μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χρι­στῷ, ἀλλ᾿ οὐ πολλοὺς πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα».
Ἐὰν ἔχετε πάρα πολλοὺς παιδαγωγοὺς καὶ διδασκάλους ἐν Χριστῷ, δὲν ἔχετε ὅμως πολλοὺς πατέρες. ­Διότι ἐ-­γὼ μὲ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου σᾶς γέν­­­νησα πνευματικὰ μὲ τὴ χάρη ποὺ μοῦ ἔδωσε ἡ κοινωνία καὶ ἡ σχέση μου μὲ τὸν Χριστό.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἦταν ὁ πνευματικὸς πατέρας γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Κορίνθου. Αὐτὸς ποὺ τοὺς ἀναγέν­νησε πνευματικά. Αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ πνευματικὴ συγγένεια μᾶς δίνει τὴν ἀ­­­φορμὴ νὰ δοῦμε πρῶτον ποιὸ εἶναι τὸ ἔρ­γο τοῦ πνευματικοῦ πατέρα καὶ δεύτε­ρον ποιὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ δική μας στάση ἀπέναντί του.

1. Τὸ ἔργο τοῦ Πνευματικοῦ
Πνευματικὸς πατέρας σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος, εἴτε ἱερέας εἴτε μοναχὸς ἢ λαϊκός, τὸν ὁποῖο ἡ θεία Πρόνοια ἔφερε κοντά μας σὲ κάποια στιγμὴ τῆς ζωῆς μας γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴ συνειδητὴ πίστη καὶ χριστιανικὴ ζωή.
Εἰδικότερα πνευματικὸς πατέρας θεωρεῖται ὁ ἱερέας στὸν ὁποῖο ἐξομολογούμαστε τὶς ἁμαρτίες μας ἀλλὰ καὶ καταφεύγουμε γιὰ νὰ λάβουμε κατάλληλες συμβουλὲς καὶ καθοδήγηση στὸν πνευματικό μας ἀγώνα.
Τὸ ἔργο τοῦ πνευματικοῦ πατέρα, ὅ­­­πως μὲ θαυμάσιο τρόπο σημειώνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, εἶναι τὸ «ψυχὴν πτερῶσαι, ἁρπάσαι κόσμου καὶ δοῦναι Θεῷ». Νὰ δώσει δηλαδὴ πνευματικὰ φτε­ρὰ στὴν ψυχὴ τοῦ πιστοῦ, νὰ τὴν ἁρπάξει ἀπὸ τὰ νύχια τοῦ ­ἁμαρτωλοῦ κόσμου καὶ νὰ τὴν ἀσφαλίσει κοντὰ στὸν Θεό. Ὅλα αὐτὰ ἀπαιτοῦν πολλὲς φροντίδες, νουθεσίες καὶ προσευχές. Ὅπως ἀκριβῶς ἔκανε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, τὸ ἐξαίρετο πρότυπο πνευματικοῦ πατρός, ὁ ὁποῖος δὲν ἔπαυε «μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον» (Πράξ. κ΄ 31) «ἄχρις οὗ μορφωθῇ Χριστὸς» στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν (Γαλ. δ΄ 19).
Οἱ ἅγιοι Πατέρες παρομοιάζουν τὸν Πνευματικὸ μὲ ἰατρό. Ὅπως ἀναζητοῦμε ἕναν καλὸ προσωπικὸ γιατρὸ καὶ τοῦ ἐκθέτουμε τὸ ἱστορικό μας καὶ ὅλα τὰ συμπτώματα ἀσθενείας ποὺ τυ­χὸν παρουσιάζονται, προκειμένου νὰ μᾶς δώσει τὸ κατάλληλο φάρμακο, ἔτσι ὀφείλουμε νὰ βροῦμε κι ἕναν καλὸ Πνευματικὸ γιὰ νὰ ἐπιμελεῖται τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς μας.
Ὀνομάζουν ἐπίσης τὸν Πνευματικὸ καὶ «ἀλείπτη», δηλαδὴ προπονητή, ἐ­­­­πειδὴ στοὺς ἀρχαίους ἀγῶνες πάλης ἄλειφαν τοὺς ἀθλητὲς μὲ λάδι γιὰ νὰ ξεφεύγουν ἀπὸ τὶς λαβὲς τοῦ ἀντιπάλου. Παρομοίως καὶ ὁ Πνευματικὸς μὲ τὶς κατάλληλες ὁδηγίες καὶ παραινέσεις συμπαραστέκεται ὡς καλὸς προπονητὴς κοντὰ σὲ κάθε Χριστιανὸ ποὺ καλεῖται ν’ ἀγωνίζεται πνευματικὰ καὶ τὸν βοηθᾶ γιὰ νὰ γλιστρᾶ καὶ νὰ ξεφεύγει ἀπὸ τὶς ἐπιθέσεις τοῦ παγκάκου διαβόλου.

2. Ὁ Πνευματικός μας κι ἐμεῖς
Ἔχουμε ἀνάγκη λοιπὸν ὅλοι ἀπὸ πνευματικὸ πατέρα.
Τί ὀφείλουμε ὅμως ἐμεῖς νὰ κάνουμε;
Αὐτὸ ποὺ ὀφείλουμε κυρίως εἶναι ἡ ὑπακοή μας. Ὁ Πνευματικὸς μᾶς δίνει ὁδηγίες γιὰ τὸ τί πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε ἢ τί νὰ ἀκολουθοῦμε. Ἂς τὸν ἀκοῦμε, διότι δὲν ὁμιλεῖ μὲ προσωπικὰ κριτήρια καὶ ἰδιοτέλεια ἀλλὰ μὲ φόβο Θεοῦ καὶ συναίσθηση εὐθύνης γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσει νὰ διακρίνουμε ποιὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ σὲ κάθε περίπτωση.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης λέγει ὅτι «αὐτὸς ποὺ ἄλλοτε ὑπακούει κι ἄλλοτε παρακούει στὸν πνευματικό του πατέρα μοιάζει μὲ ἄνθρωπο ποὺ βάζει στὰ μάτια του ἄλλοτε κολλύριο κι ἄλλοτε ἀσβέστη. Ποιὸ τὸ ὄφελος;» (Κλῖμαξ, Λόγος Δ΄). Ἂς πάρουμε λοιπὸν ἀπόφαση νὰ κάνουμε τελεία ὑπακοὴ στὶς ὑποδείξεις τοῦ Πνευματικοῦ. Αὐτὸ εἶναι ἀσφάλεια γιὰ μᾶς καὶ χαρὰ γιὰ τὸν ἴδιο ποὺ θὰ βλέπει τὴν πνευματική μας προκοπή. Ὁ ἀπόστολος καὶ εὐαγγελι­στὴς Ἰωάννης γράφει: «Πολὺ μεγάλη χαρὰ δοκίμασα, διότι βρῆκα ὁρισμένα ἀπὸ τὰ παιδιά σου νὰ πορεύονται σύμφωνα μὲ τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου» (Β΄ Ἰω. 4). Ἂς δίνουμε κι ἐμεῖς χαρὰ στὸν Πνευματικὸ μὲ τὴν ὑπακοή μας!
❁ ❁ ❁
Τί εὐλογία νὰ ἔχουμε πνευματικὸ πατέρα! Πόσους ἀγῶνες καὶ προσευχές, πόσες θυσίες καὶ κόπους καταβάλλει ὁ ἄνθρωπος αὐτός, γιὰ νὰ μᾶς περάσει μέσα ἀπὸ τὴν τρικυμισμένη θάλασσα τοῦ κόσμου στὸ λιμάνι τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ;! Ἂς παρακαλοῦμε τὸν ἅγιο Θεὸ νὰ μᾶς χαρίζει πάντοτε πνευματικό μας πατέρα ἄξιο ὁδηγὸ στὴν πνευματική μας πορεία πρὸς τὴν οὐράνια Βασιλεία.

Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 5 Αὐγούστου 2018, Ι΄ Ματθαίου (Ματθ. ιζ΄ 14-23)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, γονυπετῶν αὐτὸν καὶ λέγων· Κύριε, ἐλέησόν μου τὸν υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει· πολλάκις γὰρ πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ. καὶ προσήνεγκα αὐτὸν τοῖς μαθηταῖς σου, καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν αὐτὸν θεραπεῦσαι. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη! ἕως πότε ἔσομαι μεθ’ ὑμῶν; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετέ μοι αὐτὸν ὧδε. καὶ ἐπετίμησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἐξῆλθεν ἀπ’ αὐτοῦ τὸ δαιμόνιον καὶ ἐθεραπεύθη ὁ παῖς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης. Τότε προσελθόντες οἱ μαθηταὶ τῷ Ἰησοῦ κατ’ ἰδίαν εἶπον· διατί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό; ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ, μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται, καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν. τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. Ἀναστρεφομένων δὲ αὐτῶν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· μέλλει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται.

1. ΓΕΝΕΑ ΑΠΙΣΤΟΣ
Μόλις κατέβηκε ὁ Κύριος ἀπὸ τὸ ὄρος τῆς Μεταμορφώσεως, ἀντίκρυσε μέσα στὸν ὄχλο ἕνα δυστυχισμένο πατέρα, ποὺ ἔπεσε γονατιστὸς στὰ πόδια του καὶ Τοῦ εἶπε:
–Κύριε, λυπήσου τὸ παιδί μου, διότι σεληνιάζεται καὶ ὑποφέρει φοβερά. Κινδυνεύει! Πολλὲς φορὲς πέφτει στὴ φωτιὰ ἢ στὸ νερό. Τὸν ἔφερα στοὺς μαθητάς σου, ἀλλὰ αὐτοὶ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν θεραπεύσουν.
Καὶ ὁ Κύριος μὲ παράπονο λέγει: Ὦ γενεὰ ἄπιστη, ποὺ τόσα θαύματα εἶδες καὶ ἀπὸ τὴν κακία σου εἶσαι διεστραμμένη! Ἕως πότε θὰ εἶμαι μαζί σας; Ἕως πότε θὰ σᾶς ἀνέχωμαι;
Σὲ ποιὸν ὅμως ἀναφέρεται ἡ ἐπιτίμησι αὐτὴ τοῦ Κυρίου; Στὸν πατέρα τοῦ δαιμονισμένου; στοὺς μαθητάς; ἢ στὰ πλήθη, τὸν ὄχλο; Βέβαια τὴν ἀφορμὴ γιὰ νὰ πῇ τοὺς λόγους αὐτοὺς ὁ Κύριος τὴν ἔδωσε ὁ πατέρας τοῦ δαιμονισμένου. Ἀ-γωνιοῦσε γιὰ τὸ παιδί του, καὶ βλέποντας τοὺς μαθητὰς νὰ μὴ μποροῦν νὰ τὸ θεραπεύσουν, ἀμφέβαλλε γιὰ τὴ δυνατότητα τοῦ θαύματος. Ὅμως ὁ Κύριος κατόπιν, κατ’ ἰδίαν ἐλέγχει γιὰ ἀπιστία καὶ τοὺς μαθητές του. Ἐδῶ ὅμως προκύπτει κάποιο ἐπιπλέον ζήτημα: Ἐὰν ἡ ἀπιστία τοῦ πατέρα ἦταν ἡ αἰτία τῆς ἀδυναμίας τῶν μαθητῶν νὰ ἐκβάλουν τὸ δαιμόνιο, τότε γιατί ὁ Κύριος ἐπικρίνει καὶ τοὺς μαθητάς; Διότι ὁ Κύριος ἤθελε νὰ δείξῃ στοὺς μαθητάς του ὅτι μποροῦσαν μὲ τὴν δύναμί του νὰ θεραπεύσουν τὸν δαιμονισμένο καὶ χωρὶς νὰ πιστεύῃ ὁ πατέρας του ποὺ τὸν ἔφερε κοντά τους. Ὀλιγοπιστεῖ λοιπὸν ὁ πατέρας, ὀλιγοπιστοῦν καὶ οἱ μαθηταί. Ὀλιγοπιστεῖ ὅμως καὶ ὁ παρευρισκόμενος ὄχλος. Διότι ὁ Κύριος ἐπιτιμᾷ καὶ τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, τὰ ὁποῖα ἀποκαλεῖ γενεὰ ἄπιστη καὶ διεστραμμένη. Φαίνεται λοιπὸν ὅτι καὶ τὰ πλήθη ἔδειξαν ἀπιστία γιὰ τὸ θαῦμα, καθὼς ἔβλεπαν τοὺς μαθητὰς νὰ μὴ μποροῦν νὰ θεραπεύσουν τὸν δαιμονισμένο. Καὶ μάλιστα τὰ πλήθη αὐτὰ εἶχαν δεῖ πολλὰ θαύματα καὶ ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους καὶ ἀπὸ τὸν Κύριο.
Ὅμως ὁ Κύριος ἐλέγχοντας γιὰ ἀπιστία ὅλους αὐτοὺς τοὺς παρευρισκομένους, οὐσιαστικὰ ἐλέγχει ἀκόμη περισσότερο ἐμᾶς. Εἶναι σὰν νὰ λέγῃ καὶ στὴ δική μας γενιά: Ὦ γενεὰ ἄπιστη καὶ διεστραμμένη. Πόσο περισσότερο σκληρόκαρδη καὶ ἄπιστη εἶσαι! Διότι ἐμεῖς οἱ σημερινοὶ Χριστιανοὶ ἔχουμε πολὺ μεγαλύτερη εὐθύνη καὶ ἐνοχὴ ἀπὸ αὐτὴν ποὺ εἶχαν τὰ πλήθη τῆς Γαλιλαίας. Ἐφ’ ὅσον ἐμεῖς ἔχουμε δεχθῆ τὴν Χάρι καὶ τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔχουμε πίσω μας μιὰ ἱστορία ἐκπληκτικῶν θαυμάτων τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας, τὴν Ἐκκλησία μας, ἀλλὰ καὶ τὴν πορεία τῆς ἀνθρωπότητος. ῎Εχουμε ἀμέτρητα νέφη μαρτύρων καὶ ἁγίων. Πόσο περισσότερο λοιπὸν ἀδικαιολόγητοι εἴμαστε ἐμεῖς σήμερα ποὺ κάποτε σὲ ὧρες πειρασμοῦ ἢ δοκιμασίας ἀμφιβάλλουμε! Χάνουμε τὴν πίστι μας. Καὶ συμπεριφερόμαστε σὰν ἄπιστοι ἢ ἔστω ὀλιγόπιστοι. Ὣς πότε λοιπὸν θὰ μᾶς ἀνέχεται ὁ Θεός; Μόνον τὸ ἔλεός του θὰ μᾶς σώσῃ.


2. ΠΟΙΟΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕ ΒΟΥΝΑ;
Ὁ Κύριος, ἀφοῦ ἐπετίμησε τὸ δαιμόνιο, ἐθεράπευσε ἀμέσως τὸ δαιμονισμένο παιδί. Οἱ μαθηταὶ ἐκστατικοί, πλησίασαν ἰδιαιτέρως τὸν Ἰησοῦ καὶ Τὸν ρώτησαν μὲ ἀπορία: Γιατί ἐμεῖς δὲν μπορέσαμε νὰ βγάλουμε τὸ δαιμόνιο αὐτό; Καὶ ὁ Κύριος τοὺς εἶπε: Ἐπειδὴ σᾶς λείπει ἡ πίστις. Ἐὰν ἔχετε πίστι θερμὴ καὶ δυνατὴ σὰν τὸ μικρὸ σπόρο τοῦ σιναπιοῦ, θὰ πῆτε στὸ βουνὸ αὐτό, πήγαινε ἀπὸ ἐδῶ ἐκεῖ, καὶ θὰ μετακινηθῇ. Μὲ μία τέτοια θερμὴ πίστι τὰ πάντα θὰ εἶναι δυνατὰ σὲ σᾶς.
Ἀκούγοντας ὅμως τοὺς λόγους αὐτούς, κάποιοι Χριστιανοὶ ρωτοῦν: Μὰ καλά, ἐφ’ ὅσον οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι δὲν μετακίνησαν κανένα βουνό, δὲν ἔκαναν ποτὲ ἕνα τέτοιο θαῦμα τόσο δυσκατόρθωτο, ἄρα δὲν εἶχαν πίστι «ὡς κόκκον σινάπεως»; Κι ἂν οἱ Ἀπόστολοι δὲν εἶχαν τέτοια πίστι, πῶς ὁ Κύριος ζητεῖ νὰ τὴν ἔχουμε ἐμεῖς οἱ ὑπόλοιποι Χριστιανοί;
Οἱ ἱεροὶ ἑρμηνευταὶ ἐξηγοῦν ὅτι οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι μετὰ τὴν Πεντηκοστὴ δὲν εἶχαν μόνον μιὰ τόσο μικρὴ πίστι ἀλλὰ πολὺ μεγαλύτερη. Διότι δὲν μετακίνησαν ἁπλῶς κάποιο βουνό, ἀλλὰ ἔκαναν κάτι ἀσυγκρίτως μεγαλύτερο καὶ δυσκολώτερο. Μετακίνησαν τεράστιους ὄγκους κακίας ἀπὸ τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, ἀνέστησαν ψυχικῶς ἀμέτρητους νεκρούς. Ἄλλαξαν τὴν ἱστορία τοῦ κόσμου. Ἡ μετακίνησι κάποιου βουνοῦ θὰ ἦταν ἁπλῶς ἕνα θαῦμα ἐντυπωσιασμοῦ. Ἡ ἀλλαγὴ ὅμως τῆς οἰκουμένης ἀποτελοῦσε ἕνα θαῦμα ἀσυγκρίτως μεγαλύτερο καὶ δυσκολώτερο.
Ἄρα λοιπόν, ὅταν ὁ Κύριος μᾶς ζητῇ νὰ ἔχουμε πίστι «ὡς κόκκον σινάπεως», δὲν χρησιμοποιεῖ ἁπλῶς ἕνα σχῆμα λόγου, ἀλλὰ μᾶς ζητεῖ πραγματικῶς νὰ ἔχουμε μία θερμὴ καὶ δυνατὴ πίστι. Διότι, ὅταν ἡ πίστι μας εἶναι τόσο δυνατή, καὶ πέσῃ, ὅπως τὸ σινάπι, σὲ γῆ ἀγαθή, δηλαδὴ σὲ καθαρὸ καὶ εὔφορο χωράφι τῆς ψυχῆς, γίνεται δένδρο μεγάλο καὶ ἔχει θαυμαστὰ ἀποτελέσματα. Μιὰ τέτοια πίστι θερμὴ καὶ δυνατὴ ἂς προσευχώμαστε καθημερινῶς νὰ μᾶς χαρίσῃ ὁ Κύριος. Καὶ θὰ βλέπουμε στὴν ψυχή μας τὴν θαυμαστὴ καρποφορία τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Πηγή: ο Σωτήρ

Ο “ξεροκέφαλος” 15χρονος Νεομάρτυς Ιωάννης ο Μονεμβασιώτης και η νηστεία

Προτίμησε να πεθάνει παρά να χαλάσει τη νηστεία! Ένα νέο παλληκάρι που αξιώθηκε να λάβει το στεφάνι του μαρτυρίου υπακούοντας στην εντολή του Θεού  . Όπως και οι άγιοι Επτά Μακκαβαίοι…
Ας δούμε το βίο του.Είναι ένα παράδειγμα με το οποίο μπορούμε  να διδάξουμε την αξία της νηστείας στα παιδιά…
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης καταγόταν ἀπὸ τὰ μέρη τῆς Μονεμβασίας. Ὁ ἱερέας πατέρας του καταγόταν ἀπὸ τὸ Γεράκι, ἐνῶ ἡ μητέρα του ἀπὸ τὸ γειτονικὸ χωριὸ Γοῦβες τῆς Μονεμβασίας. Στὶς Γοῦβες, σύμφωνα μὲ μαρτυρίες, τοποθετήθηκε ἐφημέριος ὁ πατέρας τοῦ Νεομάρτυρα καὶ ἐκεῖ γεννήθηκε τὸ 1758 ὁ Ἰωάννης, γι’ αὐτὸ καὶ κατὰ πολλούς, πῆρε τὴν προσηγορία Γουβιώτης. Ἀπὸ μικρὸς ὁ Ἰωάννης, προσπαθοῦσε νὰ μιμεῖται τὴν ζωὴ τοῦ ἱερέα πατέρα του, τὸν βοηθοῦσε στὶς δουλειὲς τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ πάντα θυμόταν ὅτι αὐτὸς ἦταν “παπᾶ υἱὸς” καὶ ἔπρεπε νὰ προσέχει τὴν συμπεριφορά του, ὥστε νά᾽ ναι παράδειγμα γιὰ τὰ ὑπόλοιπα παιδιὰ τῆς ἡλικίας του.
Τὸ ἔτος 1770 οἱ ὀρδὲς τοῦ Ἀλβανοῦ Χατζῆ Ὀσμάν, ἀφοῦ κατέπνιξαν κάθε σημεῖο ἑλληνικῆς ἀντίστασης, ἔφτασαν καὶ στὶς Γοῦβες. Οἱ Ἀρβανίτες σκότωσαν τὸν πατέρα τοῦ Ἰωάννη καὶ ἐν συνεχείᾳ αἰχμαλώτισαν τὸν ἴδιο καὶ τὴν μητέρα του, ἐνῶ τοὺς πῆραν μαζί τους στὴν Λάρισα, ὅπου ἐκεῖ πουλήθηκαν δύο καὶ τρεῖς φορὲς ὁ καθένας ξεχωριστά. Ὕστερα ἀπὸ δύο χρόνια ξαναπουλήθηκαν ἀλλὰ αὐτὴ τὴν φορὰ ἀγοράσθηκαν ἀπὸ τὸ ἴδιο ἀφεντικό, ἕναν Τοῦρκο ποὺ εἶχε κτήματα καὶ ὑποστατικά. Αὐτὸς ὁ Τοῦρκος δὲν εἶχε παιδιὰ καὶ βλέποντας τὰ χαρίσματα τοῦ Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος ἦταν  πολὺ ἔξυπνος γιὰ τὴν ἡλικία του, πρόθυμος, πειθαρχικὸς καὶ σβέλτος στὴν δουλειά, σκέφτηκε μαζὶ μὲ τὴν γυναίκα του νὰ τὸν κάνουν ψυχοπαίδι τους. Ἀπὸ τὴν στιγμή, λοιπόν, ἐκείνη, προσπαθοῦσε καθημερινὰ νὰ τὸν διαστρέψει ἀπὸ τὴν πίστη τῶν χριστιανῶν καὶ νὰ τὸν κάνει Ὀθωμανό. Ἀρχικά, προσπάθησε μὲ κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις καὶ κατόπιν μὲ φοβέρες καὶ βασανισμούς, νὰ κάμψει τὴν ἀντίσταση τοῦ 15χρονου Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος ὅμως ἔστεκε στερεὸς καὶ ἀκλόνητος στὴν χριστιανικὴ πίστη του.
Μία μέρα ὁ ἀφέντης κουράστηκε νὰ παρακαλεῖ τὸν Ἅγιο νὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ θυμωμένος ὅπως ἦταν, τὸν ὁδήγησε στὴν αὐλὴ τοῦ Τζαμιοῦ. Ἐκεῖ μαζεύτηκαν πολλοὶ Ἀγαρηνοί, ποὺ προσπαθοῦσαν μὲ χτυπήματα, φοβέρες καὶ σπαθισμοὺς νὰ κάνουν τὸν Μάρτυρα νὰ τουρκίσει. Ἡ ἀπάντηση ὅμως τοῦ Ἰωάννη ἦταν ξεκάθαρη: Ἐγὼ δὲν γίνομαι Τοῦρκος. Χριστιανὸς εἶμαι καὶ Χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸν Ἀγαρηνὸ καὶ ἡ γυναίκα του προσπαθοῦσε καθημερινὰ μὲ μαγεῖες καὶ σατανικὰ γοητεύματα νὰ ξεμυαλίσει τὸν Ἅγιο ἢ νὰ τὸν κάνει νὰ κυριευτεῖ ἀπὸ σαρκικὲς ἐπιθυμίες καὶ ἔτσι νὰ τὸν τουρκίσουν. Ἀλλά, ὁ Ἰωάννης, ἔχοντας τὸν Θεὸ μέσα του ἔμεινε καθαρὸς ἀπ’ ὅλα. Ἡ θεία χάρη τὸν φύλαξε ἀπ’ ὅλα τὰ διαβολικὰ τεχνάσματα τῆς γυναίκας τοῦ Ἀγαρηνοῦ.
Ἔφθασε ὅμως ἡ νηστεία τῆς Παναγίας, τὸν δεκαπενταύγουστο. Ὁ Τοῦρκος, μόλις κατάλαβε ὅτι ὁ Ἰωάννης δὲν ἤθελε νὰ χαλάσει
τὴν νηστεία καὶ νὰ ἀρτυθεῖ, ἀποφάσισε νὰ τὸν κλείσει σ’ ἕνα στάβλο. Ἐκεῖ τὸν κλειδαμπάρωσε γιὰ ὅλο τὸ διάστημα τῶν 15 ἡμερῶν καὶ πότε τὸν κρεμοῦσε καὶ τὸν κάπνιζε μὲ ἄχυρα καὶ πότε τὸν χτυποῦσε μὲ τὸ σπαθὶ τοῦ προσπαθώντας νὰ τὸν κάνει νὰ φάει καὶ νὰ χαλάσει τὴν νηστεία. Ἀλλὰ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὄχι ἁπλῶς δὲν ἔφαγε ἀρτυμένα φαγητά, ἀλλὰ οὔτε κἂν τὰ δοκίμασε καὶ παρακαλοῦσε καὶ προσευχόταν στὴν Παναγία νὰ τὸν βοηθήσει νὰ μὴν ἀρτυθεῖ, ἐνῶ προτιμοῦσε καλύτερα νὰ θανατωθεῖ παρὰ νὰ χαλάσει τὴν νηστεία.
Ὁ ἀφέντης του, βλέποντας ὅτι δὲν πείθεται, τὸν ἄφηνε νηστικὸ 2 καὶ 3 ἡμέρες, χωρὶς νὰ τοῦ δίνει τίποτε νὰ φάει. Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, ἡ μητέρα τοῦ Ἰωάννη στεκόταν κοντὰ στὸν γιό της καὶ βλέποντάς τον ἀποκαμωμένο ἀπὸ τὰ βασανιστήρια καὶ ἀπὸ τὴ νηστεία, τὸν παρακινοῦσε νὰ φάει λέγοντάς του: Φάε γιέ μου ἀπὸ αὐτὰ τὰ φαγητὰ γιὰ νὰ μὴν πεθάνεις καὶ ὁ Θεὸς καὶ ἡ Παναγία σὲ συγχωροῦν, γιατί δὲν τὸ κάνεις μὲ τὸ θέλημά σου, ἀλλὰ ἀπὸ ἀνάγκη. Λυπήσου με καὶ ἐμένα τὴν φτωχὴ καὶ στενοχωρημένη μητέρα σου καὶ μὴ θελήσεις νὰ πεθάνεις παράκαιρα καὶ μὲ ἀφήσεις ἀπαρηγόρητη σ’ αὐτὴ τὴν σκλαβιὰ καὶ ξενιτιά.
Στὶς παρακλήσεις αὐτὲς τῆς μητέρας του ὁ Ἰωάννης ἀπάντησε: Γιατί κάνεις ἔτσι μητέρα μου καὶ γιὰ ποιό λόγο κλαῖς; Γιατί δὲν μιμεῖσαι καὶ σὺ τὸν Πατριάρχη Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ θέλησε νὰ θυσιάσει τὸν μοναδικὸ γιό του, ἀλλὰ μόνο κλαῖς καὶ θρηνεῖς; Ἐγὼ εἶμαι παπᾶ υἱὸς καὶ πρέπει νὰ φυλάγω καλλίτερα ἀπὸ τοὺς γιοὺς τῶν λαϊκῶν τοὺς νόμους καὶ τὰ ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας μας, γιατί ὅταν δὲν φυλᾶμε τὰ μικρά, πῶς μποροῦμε νὰ φυλάξουμε τὰ μεγάλα; Ὕστερα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀπάντηση, ἐξαγριωμένος πιὰ ὁ Τοῦρκος, στὶς 19 Ὀκτωβρίου 1773 τοῦ ἔδωσε μία θανατηφόρα μαχαιριὰ στὴν καρδιὰ καὶ μετὰ ἀπὸ δύο ἡμέρες ὁ Ἅγιος Ἰωάννης πέθανε καὶ ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας στὶς 21 Ὀκτωβρίου.
πηγή: http://www.xfd.gr/
η δεύτερη εικόνα από: ΑΚΤΙΝΕΣ– την είδα στο Σπιτάκι της Μέλιας

“Νόμους φυλάττων νηστίμου καιρού πόθω, ζωήν έθυσας,
ω Ιωάννη μάκαρ. Πρώτη Ιωάννην εικάδι έκτειναν άνομοι.”

προσθήκη (21-10-2014):
αμέσως ό Πανάγαθος θεός έτίμησε το μαρτυρικό του σώμα με εύωδία καί θεϊος φως, όπως καί με πολλά θαύματα αργότερα!
Αφοΰ δηλαδή ό Τούρκος αφέντης του τον έφόνευσε, πέταξε το μαρτυρικό του σώμα στο διπλανό του κήπο, για να τον φάνε οί σκύλοι. Καί όχι μόνο οί σκύλοι δεν έφαγαν το ιερό Λείψανο, αλλά έμειναν δίπλα του και δεν επέτρεπαν σε κανένα να το πλησιάσει ,έτσι έμεινε φωτεινό καί αναλλοίωτο, ενώ Χριστιανοί Λαρισαίοι είδαν φως ουράνιο να κατέρχεται σαν αστέρι επάνω του!
Τότε ο μητροπολίτης Λάρισας που πληροφορήθηκε αυτά, έζήτησε την άδεια καί ενταφίασε το ίερό Λείψανο χριστιανοπρεπώς. Είχε όμως ό “Άγιος αφήσει εντολή στη μητέρα του να μην αφήσει το λείψανο του στη λαρισαϊκή γη, αλλά μετά τριετία να κάμει έκταφή καί να το μεταφέρει στην πατρίδα τους.
“Ετσι εκείνη παρέμεινε στη Λάρισα επαιτούσα για να ζεϊ, ωσότου έγινε ή έκταφή του ίεροϋ Λειψάνου του Αγίου από το Μητροπολίτη Λαρίσης, ό όποιος καί το παρέδωσε στη μητέρα του.
Εκείνη κατέχουσα τον ίερό θησαυρό κατέφυγε στην πατρίδα τους καί διέμενε σ’ έναν αδελφό της, στον όποΐο καί μόνο ανέφερε ότι κατέχει το ίερό Λείψανο του υίοΰ της Αγίου Ιωάννου. Άφησε μάλιστα στον αδελφό της κι εκείνη εντολή, όταν αποθάνει και ταφή, να τοποθετήσουν δίπλα της τα ιερά Λείψανα του Αγίου, όπως καί έγινε.

Αλλ ό Πανάγαθος, τιμώντας τον Άγιο, επέτρεψε στη συνέχεια την αποκάλυψη του, από την ευωδιά πού άνέδιδε το ιερό Λείψανο του καί από τα θαύματα πού έτελούντο άπ’ αυτά.
“Ετσι το ίερό Λείψανο του Αγίου περιήλθε στην Ί. Μητρόπολη Μονεμβασίας, επί Μητροπολίτη Χρύσανθου, το 1818, καί ήδη κατέχεται από την Ί. Μητρόπολη Σπάρτης καί την Ί. Μονή Ζερμπίτσας Σπάρτης, ενώ τμήματα του κατέχουν καί οι Ί. Μητροπόλεις Μεσσηνίας καί Λαρίσης, όπου καί έχουν άνεγερθή Ί. Ναοί έπ’ Όνόματι του Αγίου, όπως καί στην Παλλήνη Αττικής, ενώ στους επικαλούμενους αυτόν τελούνται θαύματα.
Πηγή: https://antexoume.wordpress.com
Άπολυτίκιον Ποίημα Μοναχού Γερασίμου Μικραγιαννανίτου.
 Ήχος Γ’. Προς το”: Θείας πίστεως.
Θεϊον γόνον Σε, Μονεμβασία, * ανεβλάστησε καρποφορούντα, *Ίωάννη, τάς της Πίστεως χάριτας* των γαρ πατρώων θεσμών άντεχόμενος * τους εκ της ‘Άγαρ άθλήσας κατήσχυνας.* Μάρτυς ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε * δωρήσασθαι ήμΐν το μέγα έλεος.
Ακολουθία του Αγίου Νεομάρτυρα ΙΩΑΝΝΟΥ  συνέταξε ο Ιεροδιάκονος του Μητροπολίτου Μονεμβασίας Χρυσάνθου, Πανάρετος Αγγελόπουλος,η οποία εξεδόθει υπό του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Ανδρούσης Ιωσήφ το 1820 στην Καλαμάτα.Πρόσφατα δε ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης π.Ιγνάτιος Μανδελίδης .Ιεροκήρυξ Λαρίσης,εξέδομε αυτήν διορθωμένη υπό του μακαριστού Μοναχού Γερασίμου Μικραγιαννανίτου,Υμνογράφου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας .
Αρχιμ. Τιμόθεος Ηλιάκης
Πηγή: ΑΓΙΟΚΕΡΙ – μέσω Αβέρωφ